Διαχρονικά, τα Ναυτικά Χρονικά παρακολουθούσαν με ιδιαίτερη προσοχή την παγκόσμια ναυτιλιακή βιομηχανία,

Διαχρονικά, τα Ναυτικά Χρονικά παρακολουθούσαν με ιδιαίτερη προσοχή την παγκόσμια ναυτιλιακή βιομηχανία, καταγράφοντας κάθε σημαντική εξέλιξη, από τις διεθνείς πολιτικές αναταράξεις μέχρι τις τεχνολογικές και οικονομικές αλλαγές που καθόριζαν τις σημαντικότερες μεταβολές για την παγκόσμια ναυτιλία. Ιδιαίτερη μνεία γινόταν και στην επιβατηγό ναυτιλία, με την ακμάζουσα γραμμή του Βόρειου Ατλαντικού να βρίσκεται πάντα στο επίκεντρο…
Διαχρονικά, τα Ναυτικά Χρονικά παρακολουθούσαν με ιδιαίτερη προσοχή την παγκόσμια ναυτιλιακή βιομηχανία, καταγράφοντας κάθε σημαντική εξέλιξη, από τις διεθνείς πολιτικές αναταράξεις μέχρι τις τεχνολογικές και οικονομικές αλλαγές που καθόριζαν τις σημαντικότερες μεταβολές για την παγκόσμια ναυτιλία. Ιδιαίτερη μνεία γινόταν και στην επιβατηγό ναυτιλία, με την ακμάζουσα γραμμή του Βόρειου Ατλαντικού να βρίσκεται πάντα στο επίκεντρο της προσοχής του περιοδικού από το πρώτο έτος κυκλοφορίας του (1931).
Αξίζει να σημειωθεί ότι, ιδίως κατά το πρώτο μισό του 20ούαιώνα, η υπερωκεάνιος ναυτιλία που συνέδεε την Ευρώπη με τη Βόρεια Αμερική αποτελούσε έναν ιδιαίτερα σημαντικό κλάδο για τις παγκόσμιες μεταφορές, μέχρι την εμφάνιση και την καθιέρωση των αερομεταφορών και ιδιαίτερα του Boeing 747.
Όπως είναι λογικό, τα πλοία που εξυπηρετούσαν τις συγκεκριμένες διαδρομές ‒οι «πλωτοί κολοσσοί», όπως αποκαλούνταν ορισμένες φορές τα υπερωκεάνια από τα Ναυτικά Χρονικά‒ συγκέντρωναν το ενδιαφέρον του επιβατικού αλλά και του αναγνωστικού κοινού. Η κατασκευή ενός νεότευκτου υπερωκεανίου όχι μόνο απαιτούσε σημαντικό χρονικό διάστημα, λόγω του μεγέθους του πλοίου, αλλά δημιουργούσε και ιδιαίτερη προσμονή, καθώς κάθε εμφάνιση ενός νέου υπερωκεανίου στον Ατλαντικό Ωκεανό μπορούσε να αλλάξει τα δεδομένα στον συγκεκριμένο κλάδο.
Υπό αυτό το πρίσμα, η ολοκλήρωση της κατασκευής του υπερωκεανίου «United States» το 1952 αποτέλεσε σημείο-σταθμό για τη συγκεκριμένη κατηγορία εμπορικού πλοίου και ήδη από την τοποθέτηση της τρόπιδος του πλοίου,το 1950, τα Ναυτικά Χρονικά θα προχωρούσαν ανά τακτά χρονικά διαστήματα σε αφιερώματα σχετικά με το εν λόγω υπερωκεάνιο.
Στο εκτενέστερο εξ αυτών, που δημοσιεύτηκε στο τεύχος της 15ης Ιουλίου 1952 του περιοδικού, με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Το ταχύτερον λάινερ του κόσμου», πληροφορούμαστε πως το «υπερωκεάνιο των Αμερικανών» κατόρθωσε, κατά τη διάρκεια του παρθενικού του ταξιδιού, να ολοκληρώσει τον διάπλου του Βόρειου Ατλαντικού στον χρόνο-ρεκόρ των 3 ημερών, 10 ωρών και 40 λεπτών και με εντυπωσιακή μέση ταχύτητα που ξεπερνούσε τα 35 μίλια την ώρα. Οι συγκεκριμένες επιδόσεις ανάγκασαν το «Queen Mary» να παραδώσει ‒ύστερα από μία δεκαπενταετία‒ τα σκήπτρα του στο «United States», ως το ταχύτερο υπερωκεάνιο στον κόσμο, κερδίζοντας με αυτόν τον τρόπο τον «ΚυανούνΕπισείοντα».
Ο όρος «Κυανούς Επισείων» αφορούσε μια ανεπίσημη διάκριση που απονεμόταν στο επιβατηγό πλοίο που εκτελούσε τακτικά δρομολόγια στον Ατλαντικό Ωκεανό και κατέγραφε την υψηλότερη μέση ταχύτητα κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού. Ιδιαίτερα κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου, τόσο οι διαχειρίστριες εταιρείες όσο και το επιβατικό κοινό επικεντρώνονταν στην ταχύτητα των εν λόγω πλοίων, δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο ένα κλίμα έντονου ανταγωνισμού. Ως απότοκο αυτού του φαινομένου, οι χώρες στις οποίες ήταν νηολογημένα τα εν λόγω υπερωκεάνια ανταγωνίζονταν γι’ αυτή τη διάκριση, η οποία θα οδηγούσε σε παγκόσμια αναγνώριση τα πλοία που έφεραν τη σημαία τους και η οποία σε τελική ανάγνωση επισφράγιζε ‒βάσει των τότε πεποιθήσεων‒ τη ναυτιλιακή υπεροχή μιας χώρας έναντι των άλλων.
Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφερθεί ότι το ανταγωνιστικό πλαίσιο γύρω από τον «Κυανούν Επισείοντα» γίνεται πιο κατανοητό στον αναγνώστη αν αναλογιστεί πως τα πρώτα επιβατηγά αεροσκάφη ήρθαν στο προσκήνιο μεταγενέστερα, στα μέσα της δεκαετίας του 1950. Επομένως, εκείνη την περίοδο, τα υπερωκεάνια ήταν τα μοναδικά διαθέσιμα μέσα για όποιον ήθελε να περάσει στην άλλη άκρη του Ατλαντικού.
Πέραν όμως της εξαιρετικής του ταχύτητας, το υπερωκεάνιο «Unites States» ξεχώριζε τόσο για το μέγεθος όσο και για την πολυτέλεια κατασκευής του, με τα Ναυτικά Χρονικά να αναφέρουν πως επρόκειτο για το «μεγαλύτερον και πολυτελέστερον εξ όσων κατεσκευάσθησαν από τα αμερικανικά ναυπηγεία» Newport News Shipbuilding της Βιρτζίνια.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το συγκεκριμένο πλοίο τελούσε υπό τη διαχείριση της United States Lines, μιας κρατικής εταιρείας που είχε ιδρυθεί το 1917 προκειμένου να διαχειριστεί τα γερμανικά υπερωκεάνια που είχαν κατασχεθεί από τη Γερμανία στο πλαίσιο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ στόχευε για δεκαετίες στην καθέλκυση ενός πλοίου τέτοιου βεληνεκούς. Ο γνωστός ναυπηγός William Francis Gibbs, σχεδιαστής των περίφημων Liberties, με την αρωγή περισσότερων των 3.000 τεχνιτών και εργατών, μετουσίωσαν σε πραγματικότητα το φιλόδοξο όνειρο της αμερικανικής κυβέρνησης. Το κόστος δε της συνολικής κατασκευής ανήλθε στο εντυπωσιακό για την εποχή ποσό των 70 εκατ. δολαρίων.
Σε ό,τι αφορά τα τεχνικά χαρακτηριστικά του, το νεότευκτο είχε μήκος 301 μ., πλάτος 30,7 μ. και ολική χωρητικότητα 53.300 τόνων. Για να επιτύχει την εντυπωσιακή του ταχύτητα,που ξεπερνούσε τα 35 μίλια την ώρα, ήταν εξοπλισμένο με συνολική δύναμη μηχανών 165.000 ίππων. Επιπροσθέτως, διέθετε 2.000 θέσεις για επιβάτες και άλλες 1.000 για το πλήρωμα, ενώ, σε περίπτωση που δρομολογούνταν σε μεταγωγικό για τις ανάγκες κάποιας έκτακτης πολεμικής σύγκρουσης, είχε τη δυνατότητα να μεταφέρει 14.000 άνδρες.
Το «Ηνωμέναι Πολιτείαι» θα έγραφε με χρυσά γράμματα την ιστορία του στον κλάδο της επιβατηγού υπερωκεάνιας ναυτιλίας, διατηρώντας το ρεκόρ μέσης ταχύτητας για τουλάχιστον τρεις δεκαετίες, μέχρι και το 1986. Εκείνο το έτος, τον τίτλο του «Κυανού Επισείοντος» εξασφάλισε οριακά το «Virgin Atlantic Challenger», με μέση ταχύτητα 36,4 μιλίων την ώρα. Ωστόσο, ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1960, οι «χρυσές ημέρες» των ocean liners ανήκαν στο παρελθόν.
Στο τεύχος της 1ης Ιανουαρίου 1970, τα Ναυτικά Χρονικά, σε στήλη με τίτλο «Το τέλος μιας εποχής», κατέγραψαν τις συνέπειες της ανοδικής πορείας των αερομεταφορών μεταξύ Ευρώπης και Βορείου Αμερικής, σε ό,τι αφορά την επιβατηγό υπερωκεάνιο ναυτιλία. Η ραγδαία ανάπτυξη που γνώρισαν οι αερομεταφορές εκείνη την περίοδο οδήγησε τα σημαντικότερα αμερικανικά υπερωκεάνια, ανάμεσά τους και το «United States», να βρίσκονται παροπλισμένα στους αμερικανικούς λιμένες. Σύμφωνα με το περιοδικό, το άλλοτε «καύχημα» της αμερικανικής ναυτιλίας, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στις στήλες του περιοδικού το εν λόγω υπερωκεάνιο, «λικνίζεται πλέον ασκόπως εις τα ήρεμα ύδατα του λιμένος, ο οποίος φιλοξενεί την εκπεσούσανμεγαλειότητά του».
Το 1969 το πλοίο έπαυσε την εμπορική λειτουργία και το 1970 η United States Lines θα έθετε το «Unites States» στη διαχείριση της κρατικής υπηρεσίας United States MaritimeAdministration. Από εκείνο το έτος και έπειτα, το πλοίο παρέμενε αγκυροβολημένο αλλάζοντας διάφορους ιδιοκτήτες, χωρίς ωστόσο να αναβιώνει ποτέ. Το 2025 αγοράστηκε για 1 εκατ. δολάρια από την κομητεία Okaloosa της Φλόριντα, με σκοπό τη βύθιση του πλοίου και τη μετατροπή του σε τεχνητό ύφαλο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, έκλεισε πρόσφατα ένα από τα σημαντικότερα κεφάλαια της διεθνούς ναυτιλιακής ιστορίας για ένα από τα ιστορικότερα υπερωκεάνια που κατασκευάστηκαν ποτέ.
Μπορείτε να διαβάσετε ένα από τα αφιερώματα των Ναυτικών Χρονικών στο «United States» εδώ.
Content Original Link:
" target="_blank">